Σάββατο, 24 Μαρτίου 2012… Πέρασαν ακριβώς 2 χρόνια και όλα είναι τόσο ζωντανά μέσα μου, σαν να μην πέρασε μια μέρα.
Δεν θα το ξεχάσω ποτέ εκείνο το απόγευμα, που γυρνώντας στο σπίτι πέτυχα τους γονείς μου στην εξώπορτα.
- Μαμά φεύγετε;
- Ναι κορίτσι μου πάμε στη γιαγιά σου, έχω αφήσει φαΐ να φάτε το βράδυ εσύ και η αδελφή σου...
- Μην ανησυχείς μάνουλα, εγώ απόψε θα φάω μαζί με τους φίλους μου και η μικρή θα πάει στην κολλητή της. Μονό σε παρακαλώ μόλις φτάσετε πάρε με ένα τηλέφωνο να πω στη Γιαγιά μου ποσό την αγαπώ, να το ξέρεις εμένα με ακούει ακόμα κι ας μην μπορεί να μου μιλήσει εγώ το νιώθω ότι με ακούει.
- Μην ανησυχείς μωρό μου θα σε πάρω μόλις φτάσουμε.
- Φιλάκια μαμά να προσέχετε.
Η ώρα ήταν 8 όταν χτύπησε το κινητό μου και υπολόγιζα ότι είχαν φτάσει, αλλά αντί για τη μαμά στο τηλέφωνο άκουσα την αδέρφη μου.
- Έλα τι έγινε ρε μικρό;;
- Θα σου πω όταν έρθεις, θα αργήσεις;;;
- Δεν ξέρω δεν έχουμε φάει ακόμα με τα παιδιά… λέγε τι έγινε;;
- Τίποτα.
- Μικρό λέγε τι έγινε;;;
- Η Γιαγιά πέθανε!!!
Δεν θυμάμαι να έχω κλάψει περισσότερο για άλλον άνθρωπο στη ζωή μου, από λύπη και από χαρά, όσο για τη Γιαγιά μου.
Εκείνη τη στιγμή πήρα κλαίγοντας τη μάνα μου.
- Μαμά γιατί δεν με πήρες τηλέφωνο στο είπα εμένα με ακούει, έφυγε και δεν πρόλαβα να της πω ποσό την αγαπώ!
- Αγάπη μου ηρέμησε, έρχεται η θεία να σας πάρει πήγαινε σπίτι.
Στο δρόμο προς το σπίτι της Γιαγιάς μου, στοιχημάτιζα πως η Γιαγιά μου κοιμόταν βαριά και όταν πήγαινα θα ξυπνούσε και μετά θα τους έβριζα όλους που με κοψοχόλιασαν χωρίς λόγο. Αυτό ήθελα να πιστεύω, ότι θα την ξυπνούσα όπως τα βράδια που κοιμόταν στο δίπλα κρεβάτι και όταν δεν άκουγα την ανάσα της έτρεχα στο κρεβάτι της να δω.
Την ώρα που μπήκα στο σπίτι έπαιζε το back to black, βλέπεις εμείς στην οικογένεια όλα με μουσική τα περνάμε. Μπήκα στο δωμάτιο που είχα περάσει όλα τα παιδικά μου καλοκαίρια, ακριβώς εκεί που ήταν το κρεβάτι μου και την είδα. Είχα πάρει μαζί μου το τετράδιο της έκθεσης της δευτέρας δημοτικού και της διάβαζα την έκθεση που της είχα γράψει. Τότε ήταν η πρώτη φορά που κόντεψα να τη χάσω. Είχε μπει να χειρουργήσει την καρδούλα της, που μέσα χωρούσε όλη την αγάπη του κόσμου!! Τότε μου είχε υποσχεθεί ότι δεν πρόκειται να φύγει από κοντά μου αν δεν με δει παντρεμένη με παιδιά. Κάθε φορά που έμπαινε στο χειρούργο αυτό μου έλεγε και κάθε φορά τα κατάφερνε και έβγαινε ζωντανή.
«Τετάρτη 24 Μα'ί'ου 2000
Η γιαγιά μου
Την ΓΙΑΓΙΑ μου την λένε Ελένη είναι ψηλή και την ΑΓΑΠΩ ΠΟΛΥ γιατί με αγάπα κι αυτή και ΘΕΛΩ ΝΑ ΖΗΣΕΙ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ!!!»
Πήγα και της μιλούσα αλλά δεν ξυπνάγε.
Βγήκα από το δωμάτιο και έτρεξα στον θείο μου.
Θείε γιατί δεν ξυπνάει η γιαγιά μου αφού εμένα πάντα με ακούει!!!
Από κει και μετά δεν θυμάμαι πολλά πράγματα από τις επόμενες 2 μέρες.
Ξάπλωσα και είδα τα χέρια της γιαγιάς μου, αυτά τα χέρια που με χάιδευαν, που με φρόντιζαν, που με έπαιρναν αγκαλιά, που με τάιζαν και με έπλεναν και μετά με τη σειρά μου όταν ήταν άρρωστη την τάιζα και την φρόντιζα, αυτά τα χέρια δεν πίστευα ότι δεν θα τα ξαναδώ.
Μετά από εκείνη τη νύχτα πάντα νιώθω τις χάρες μου μισές!!! Η γιορτή αποφοίτησης που δεν πήγα γιατί δεν είχε νόημα αφού δεν ήταν εκείνη μαζί μου να με καμαρώσει και άλλες πολλές μισές χάρες. Ένα κομμάτι μου έφυγε μαζί της, αλλά μέσα μου έχουν μένει όλες οι ιστορίες που μου έλεγε μικρή. Το πόσο περήφανη ήταν για μένα και αυτό το μικρό μας μυστικό που μου έλεγε όταν με έπαιρνε αγκαλιά «Μην το πεις στη μικρή, αλλά εγώ εσένα σε αγαπώ λίγο παραπάνω, μπορεί η αδελφή σου να έχει το όνομα μου αλλά εσύ είσαι το πρώτο μου εγγονάκι, η πρώτη μου λαχτάρα»
Κι εγώ σε αγαπώ γιαγιά μου στο άπειρο & ακόμα παραπέρα, καληνύχτα!!!!