Τα βλαστικά κύτταρα είναι πρωτογενή κύτταρα τα οποία μπορούν αφενός να αυτοανανεώνονται, συντηρώντας τον πληθυσμό τους, και αφετέρου να διαφοροποιούνται στα περισσότερα από 200 είδη κυττάρων. Ανάλογα με την προέλευσή τους, διακρίνονται σε εμβρυϊκά και ενήλικα.
Τα εμβρυϊκά βλαστικά κύτταρα προέρχονται από έμβρυα εξωσωματικής γονιμοποίησης, συνεπώς η χρήση τους εγείρει ηθικά διλήμματα. Μπορούν να σχηματίσουν οποιοδήποτε είδος κυττάρου και για αυτό χαρακτηρίζονται παντοδύναμα.
Από την άλλη, τα ενήλικα βλαστικά κύτταρα έχουν πιο περιορισμένο εύρος διαφοροποίησης σε κύτταρα άλλων ιστών. Υπάρχουν πολλές κατηγορίες ενήλικων βλαστικών κυττάρων. Εντούτοις, μεγαλύτερο ερευνητικό ενδιαφέρον έχουν προσελκύσει τα αιμοποιητικά και μη αιμοποιητικά μεσεγχυματικά βλαστικά κύτταρα.
Την τελευταία δεκαετία, το ομφαλοπλακουντιακό αίμα (ΟΠ.Α.)- το αίμα που παραμένει στον ομφάλιο λώρο μετά τον τοκετό- μπορεί να χρησιμοποιείται ως μόσχευμα αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων αντί του μυελού των οστών. Στα πλεονεκτήματα του ΟΠ.Α. συγκαταλέγονται η άμεση διαθεσιμότητα, η υψηλή ιστοσυμβατότητα και η γρήγορη και ανώδυνη συλλογή.
Ιδιότητες μεσεγχυματικών βλαστικών κυττάρων
Μεσεγχυματικά βλαστικά κύτταρα έχουν απομονωθεί από διάφορους ιστούς, μεταξύ των οποίων μυελός των οστών, λιπώδης ιστός, πλακούντας, αμνιακό υγρό, ομφάλιος λώρος, ομφαλοπλακουντιακό αίμα, οδοντική πολφός, ήπαρ και σπλήνας. Υπάρχουν διαφορές μεταξύ των πληθυσμών των μεσεγχυματικών βλαστικών κυττάρων, τόσο μεταξύ διαφορετικών ιστών όσο και εντός του ίδιου ιστού. Τα τελευταία χρόνια όμως, η γέλη του Wharton που βρίσκεται στον ιστό του oμφαλίου λώρου (ο ζελατινώδης ιστός του ομφαλίου λώρου) θεωρείται ποιοτικά ισότιμη ή ίσως και ανώτερη συγκριτικά με το μυελό των οστών, λόγω του ταχύτερου ρυθμού πολλαπλασιασμού, της μεγαλύτερης ικανότητας διαφοροποίησης και της ικανότητας για παρατεταμένη καλλιέργεια.
Ο ομφάλιος λώρος παλαιότερα θεωρούταν άχρηστος και πετιόταν μετά τον τοκετό. Σήμερα γνωρίζουμε ότι είναι μια πηγή πλούσια σε βλαστικά κύτταρα.
Τα μεσεγχυματικά βλαστικά κύτταρα μπορούν να διαφοροποιηθούν σε πολλές και διαφορετικές κυτταρικές ομάδες (πλαστικότητα), όπως: κύτταρα οστών και χόνδρων, λιποκύτταρα, καρδιομυοκύτταρα, λεία μυϊκά/νευρικά/ηπατικά κύτταρα και κύτταρα δέρματος και παγκρέατος.
Λόγω της πλαστικότητάς τους αναμένεται να διαδραματίσουν πολύ σημαντικό ρόλο στην Αναγεννητική Ιατρική για την ανάπλαση ιστών και οργάνων και στη Μηχανική Ιστών για την επισκευή ή την αντικατάσταση τμημάτων ή ολόκληρων ιστών.
Επιπλέον, τα μεσεγχυματικά βλαστικά κύτταρα έχουν ανοσορυθμιστική / ανοσοκατασταλτική δράση, η οποία τα καθιστά υποσχόμενα για τη θεραπεία χρόνιων αυτοάνοσων και φλεγμονοδών νοσημάτων. Έχει επίσης, παρατηρηθεί ότι ταυτόχρονη χορήγησή τους με αιμοποιητικά βλαστικά κύτταρα οδηγεί σε γρηγορότερη εγκατάσταση και εμφύτευσή των αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων. Εξίσου σημαντική είναι και η ευκολία μεταμόσχευσης χωρίς ιδιαίτερους περιορισμούς σε επίπεδο συμβατότητας, γεγονός που δυνητικά θα καθιστά εύκολη τη χρήση τους από όλα τα μέλη της οικογένειας στο μέλλον.