Ο στραβισμός στα παιδιά, είτε συγγενής είτε επίκτητος, αποτελεί ένα πρόβλημα που πρέπει να διαγιγνώσκεται και να διορθώνεται έγκαιρα, ώστε να αποφευχθούν δυσάρεστες εξελίξεις στην πορεία της ζωής τους.
Στραβισμός είναι η κατάσταση κατά την οποία τα μάτια δε βρίσκονται στην ευθεία: το ένα βλέπει ίσια και το άλλο στρέφεται προς μία άλλη κατεύθυνση. Τα παιδιά με στραβισμό δε βλέπουν διπλά, γιατί ο παιδικός εγκέφαλος απορρίπτει την εικόνα που έρχεται από το μάτι που στραβίζει. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μη χρησιμοποιείται το μάτι αυτό και να γίνεται αμβλυωπικό (τεμπέλικο). Με άλλα λόγια, το παιδί με στραβισμό στερείται διοφθάλμου οράσεως (βλέπει με το ένα μάτι) και έχει τον κίνδυνο να χάσει την όραση από το μάτι που στραβίζει – ένα πρόβλημα που θα το συνοδεύει σε όλη του τη ζωή εάν δεν αντιμετωπισθεί εγκαίρως.
Συγγενής στραβισμός
Ο συγγενής στραβισμός, αυτός δηλαδή που υπάρχει από τη γέννηση ή εμφανίζεται στους πρώτους 6 μήνες της ζωής είναι η πιο συνηθισμένη μορφή στραβισμού και απαντά σε ένα ποσοστό 2%. Η κληρονομικότητα φαίνεται να παίζει σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση του συγγενούς στραβισμού, αφού, εάν ένας από τους γονείς παρουσιάζει την πάθηση, η πιθανότητα εμφάνισής της στα παιδιά του είναι 30%.
Τα πρόωρα παιδιά έχουν γενικώς μεγαλύτερες πιθανότητες ανάπτυξης συγγενούς στραβισμού. Συγκεκριμένα, εάν το βάρος γέννησης του προώρου είναι κάτω των 2.500 γραμμαρίων, ο κίνδυνος στραβισμού αυξάνεται κατά 4 φορές και εάν είναι κάτω των 1.500 γραμμαρίων κατά 7 φορές. Εάν η μητέρα καπνίζει κατά τη διάρκεια τηςεγκυμοσύνης ή καταναλώνει οινόπνευμα ή ναρκωτικά,επίσης αυξάνονται οι πιθανότητες στραβισμού.
Η απόκλιση στον συγγενή στραβισμό είναι κατά κανόνα συγκλίνουσα και μεγάλη. Η αντιμετώπιση είναι σχεδόν πάντα χειρουργική και πρέπει να ευθειαστούν επιτυχώς τα μάτια πριν την ηλικία των 2 ετών. Συνήθως χειρουργούμε αυτά τα παιδιά μεταξύ 6-12 μηνών. Ένα στα 5 παιδιά θα χρειασθεί επαναχειρουργείο και αυτό γίνεται επίσης έγκαιρα, πριν την ηλικία των 2 ετών. Οι πιθανότητες απόκτησης διοφθάλμου οράσεως είναι σχεδόν 100% εάν η διόρθωση γίνει πριν την ηλικία των 2 ετών και πέφτει στο 44% ή και χαμηλότερα εάν γίνει μετά την ηλικία αυτή. Οι πιθανότητες απόκτησης κάποιας στερεοσκοπικής όρασης είναι επίσης μεγάλες όταν η χειρουργική διόρθωση γίνει νωρίς.
Επίκτητος στραβισμός
Εμφανίζεται σε οποιοδήποτε έτος μετά τους πρώτους 6 μήνες της ζωής, συνήθως μεταξύ 2 και 7 ετών. Μπορεί να είναι εμφανής συνεχώς ή μόνο μερικές στιγμές κατά τη διάρκεια της ημέρας. Μερικοί συγκλίνοντες επίκτητοι στραβισμοί συνοδεύονται από υπερμετρωπία και ελέγχονται με γυαλιά, ενώ είναι λιγότεροι εκείνοι που χρειάζονται χειρουργική διόρθωση.
Άλλοι επίκτητοι στραβισμοί, όπως οι αποκλίνοντες, διορθώνονται μόνο με χειρουργείο. Η διόρθωση με τον έναν ή τον άλλο τρόπο είναι αναγκαία, για να αποφύγουμε απώλεια οράσεως και να επαναφέρουμε τη συνεργασία των δύο ματιών.
Πότε πρέπει να εξετασθεί ένα παιδί με στραβισμό;
Ακόμη και με την υποψία στραβισμού είναι απαραίτητη η εξέταση από ειδικό. Κατ’ αρχάς θα χρειασθεί να διαγνωσθεί σωστά η ύπαρξη ή μη στραβισμού. Συχνά, βρέφη αλλά και νήπια έχουν τον λεγόμενο «ψευδοστραβισμό». Η βάση της μύτης είναι πλατιά γιατί δεν έχει αναπτυχθεί πλήρως σε αυτήν την ηλικία και υπάρχουν πλάγιες πτυχές των βλεφάρων ρινικά (επίκανθος), που δημιουργούν την ψευδή εντύπωση ότι το παιδάκι έχει συγκλίνοντα στραβισμό. Με την πάροδο της ηλικίας το πρόβλημα εξαφανίζεται. Ο ειδικός επίσης θα αποκλείσει τυχόν οφθαλμικές παθήσεις που μπορούν να δημιουργήσουν στραβισμό. Τέλος, θα αντιμετωπίσει την πάθηση ανάλογα με τον τύπο της, την ύπαρξη ή μη αμβλυωπίας και τη συχνότητα με την οποία ο στραβισμός είναι εμφανής. Το σημαντικό είναι να γίνει έγκαιρα η διόρθωση.