Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί πλέον τη συχνότερη μορφή κακοήθειας παγκοσμίως. Για τον λόγο αυτό έχουν καθιερωθεί προγράμματα προληπτικής εξέτασης των μαστών, τα οποία έχουν συμβάλλει αποφασιστικά στην έγκαιρη ανίχνευση κακοηθειών σε πρώιμα στάδια με αποτέλεσμα να υπάρχουν πολύ αυξημένες πιθανότητες καλής πρόγνωσης μέχρι και πλήρους ίασης.
Σε αυτή την προσπάθεια έγκαιρης διάγνωσης κυρίαρχη θέση έχει η μαστογραφία, η οποία ακόμα και σήμερα που υπάρχουν επιπλέον απεικονιστικές μέθοδοι, όπως το υπερηχογράφημα και η μαγνητική μαστογραφία, συνεχίζει να αποτελεί την πρώτη απεικονιστική μέθοδο των μαστών.
Στο πέρασμα των χρόνων περάσαμε από την απλή μαστογραφία στην ψηφιακή μορφή και την απεικόνιση με όλο και μεγαλύτερη λεπτομέρεια χρησιμοποιώντας μάλιστα μικρότερες δόσεις ακτινοβολίας. Όπως όμως κάθε μέθοδος, έτσι και η ψηφιακή μαστογραφία εμφανίζει περιορισμούς, καθώς στους πυκνούς μαστούς εμφανίζει χαμηλή ευαισθησία στην ανίχνευση ύποπτων ευρημάτων, δηλαδή δυσκολεύεται να τα ξεχωρίσει από το γειτονικό φυσιολογικό αδενικό ιστό, αλλά και χαμηλή ειδικότητα, δηλαδή αδυνατεί να χαρακτηρίσει με ευκολία τη φύση τους. Στο ζήτημα αυτό έρχεται να δώσει πολύ σημαντική βοήθεια η τομοσύνθεση ή αλλιώς η τρισδιάστατη μαστογραφία που αποτελεί την εξέλιξη της ψηφιακής μαστογραφίας.
Στην τομοσύνθεση, κατά τη διάρκεια της εξέτασης η λυχνία του μαστογράφου κινείται, ώστε να λαμβάνονται εικόνες από τομές σε διαφορετικά επίπεδα πάχους ενός χιλιοστού. Οι πολλαπλές αυτές εικόνες στη συνέχεια ανασυντίθενται ψηφιακά, ώστε να προκύπτει ένα αποτέλεσμα που μας δίνει την τρισδιάστατη απεικόνιση του μαστού. Μελετώντας στη συνέχεια τις αλλεπάλληλες τομές έχουμε τη δυνατότητα να εξετάζουμε έναν μαστό με ακρίβεια, ακολουθώντας διαδικασία παρόμοια με το ξεφύλλισμα ενός βιβλίου. Στη συνέχεια υπάρχει η δυνατότητα, μέσω της ψηφιακής ανασύνθεσης όλων των τομών, να αποτυπώνονται σε ένα φιλμ οι δομές του μαστού χωρίς όμως να υπάρχουν τα γνωστά προβλήματα επιπροβολής στοιχείων που αντιμετωπίζουμε στη δισδιάστατη ψηφιακή μαστογραφία.
Όσο πολύπλοκη και αν φαίνεται σε μια πρώτη ανάγνωση, η διαδικασία της τομοσύνθεσης, εν τούτοις χρειάζεται ελάχιστα περισσότερο χρόνο για την τέλεσή της, κάτι που δε γίνεται αντιληπτό από την εξεταζόμενη, ενώ και η ανασύνθεση των εικόνων λαμβάνει χώρα σε δευτερόλεπτα. Στα πρώτα βήματα της τομοσύνθεσης ήταν απαραίτητη η διενέργεια δισδιάστατης μαστογραφίας για την απεικόνιση σε φιλμ και τομοσύνθεσης στην ίδια εξέταση, κάτι που διπλασίαζε τη παρεχόμενη δόση ακτινοβολίας. Με την εξέλιξη της τεχνολογίας η διαδικασία της ανασύνθεσης σε 2D μας δίνει εικόνες μεγάλης ευκρίνειας με αποτέλεσμα να μην υπάρχει πλέον σημαντική επιβάρυνση της εξεταζόμενης σε επίπεδο ακτινοβολίας.
Πλεονεκτήματα της τομοσύνθεσης
- Μέσω της τομοσύνθεσης και της τρισδιάστατης απεικόνισης του μαστού διευκρινίζεται αμέσως αν ένα εύρημα είναι αληθές ή είναι αποτέλεσμα επιπροβολής στοιχείων του μαστού από διαφορετικά επίπεδα. Ως αποτέλεσμα δεν είναι αναγκαία η λήψη επιπλέον ειδικών διαγνωστικών λήψεων του μαστού στις οποίες καταφεύγουμε μετά τη δισδιάστατη μαστογραφία, οι οποίες αφενός συμβάλλουν στη δημιουργία άγχους και ανασφάλειας στην εξεταζόμενη, ενώ αφετέρου αυξάνουν και την ποσότητα της παρεχόμενης ακτινοβολίας.
- Έχει αποδειχθεί ότι η τομοσύνθεση εμφανίζει σημαντικά αυξημένα ποσοστά ανίχνευσης ύποπτων ευρημάτων σε μετρίως πυκνούς μαστούς σε σχέση με τη δισδιάστατη μαστογραφία. Ειδικά σε περιπτώσεις ευρημάτων που φαίνεται ότι έλκουν ή απωθούν τους γειτονικούς ιστούς, διαταράσσοντας έτσι τη φυσιολογική αρχιτεκτονική των μαστών, η 3Dμαστογραφία διευκρινίζει με ακρίβεια τη θέση τους, κάτι που αδυνατούν να πραγματοποιήσουν οι υπόλοιπες διαγνωστικές μέθοδοι. Τέτοιου είδους αλλοιώσεις έχει αποδειχθεί ότι πολύ συχνά σχετίζονται με κακοήθεια και χρειάζονται περαιτέρω αντιμετώπιση. Η διαχείριση των ευρημάτων αυτών, από τη στιγμή που φαίνονται μόνο στην τομοσύνθεση, πρέπει να γίνεται με καθοδήγηση από αυτή τη μέθοδο. Πραγματοποιείται λοιπόν βιοψία με καθοδήγηση από την τομοσύνθεση, επιτυγχάνοντας έτσι με ακρίβεια και ταχύτητα την ιστολογική ταυτοποίηση της περιοχής ενδιαφέροντος
- Από την άλλη πλευρά στους πολύ πυκνούς μαστούς, αν και η τομοσύνθεση δίνει περισσότερες πληροφορίες και ευκρινέστερη εικόνα σε σχέση με την 2D μαστογραφία, η παρόμοια ακτινοσκιερότητα των δομών του μαστού (είναι το ίδιο «άσπρες»), έχει σαν αποτέλεσμα τη δυσχερέστερη ανίχνευση των ύποπτων ευρημάτων. Στην περίπτωση αυτή θεωρείται πολύ χρήσιμη η συμπληρωματική υπερηχογραφική εξέταση των μαστών.
- Όσον αφορά στην ανίχνευση των μικροαποτιτανώσεων στις εικόνες που προκύπτουν από την ανασύνθεση των τομών, οι αποτιτανώσεις είναι πολύ εμφανείς και με την πρόοδο της τεχνολογίας στα σύγχρονα μηχανήματα ανιχνεύονται με μεγαλύτερη ακρίβεια από τη 2D μαστογραφία. Είναι απαραίτητο όμως να τονιστεί ότι είναι πάντα απαραίτητη η μελέτη των αποτιτανώσεων με ειδικές μεγεθυντικές μαστογραφικές λήψεις, ώστε να αξιολογηθεί η φύση τους και η πιθανή ανάγκη για περαιτέρω αντιμετώπισή τους.
Συμπερασματικά, η τομοσύνθεση αν και πρόκειται για μια διαδικασία που εξελίσσεται και βελτιώνεται συνεχώς, έχει λύσει ήδη αρκετά από τα δομικά προβλήματα της 2D μαστογραφίας και εμφανίζει σημαντική αύξηση στην ανίχνευση ύποπτων ευρημάτων που σχετίζονται με κακοήθεια του μαστού, μειώνοντας ταυτόχρονα τις επιπλέον μαστογραφικές λήψεις και τα ψευδώς θετικά ευρήματα της 2D μαστογραφίας, χωρίς μάλιστα σημαντική επιβάρυνση σε ζητήματα ακτινοβολίας ή χρονικής διάρκειας της εξέτασης. Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι η τομοσύνθεση αποτελεί το επόμενο βήμα στη μαστογραφική απεικόνιση και είναι ζήτημα χρόνου να αποτελέσει τη μέθοδο εκλογής για τον προληπτικό έλεγχο των μαστών.
Το άρθρο υπογράφει ο Σταμάτιος Αθ. Μερκούρης, Διευθυντής Τμήματος Απεικόνισης Μαστού Affidea Central, Βασ. Σοφίας 97, Πλατεία Μαβίλη, Τ: 210 6770200