Πριν μερικά χρόνια, όταν τα δύο μου κορίτσια ήταν ενός και τριών χρονών, αποφασίσαμε να μετακομίσουμε σε κάποια χώρα της βόρειας Ευρώπης. Ο λόγος ήταν η λαχτάρα που και οι δύο είχαμε πάντα για το καινούργιο, το διαφορετικό και η ελπίδα του καλύτερου για τα παιδιά μας, τουλάχιστον όπως αυτό φάνταζε στα μάτια μας.
Σκεφτόμασταν να πάμε στην αρχή δοκιμαστικά, ανοιχτοί σε όλες τις πιθανότητες. Μια επαγγελματική ευκαιρία που δόθηκε στη γυναίκα μου ήταν η αφορμή να αποφασίσουμε να αφήσουμε οριστικά τη ζωή μας στην Ελλάδα...
Φυσικά έντονη και απολύτως δικαιολογημένη υπήρξε η αντίδραση ανθρώπων του περιβάλλοντός μας. Να αφήσουμε μια “στρωμένη ζωή” και να πάμε σε ένα άγνωστο μέρος, με άγνωστη γλώσσα και κουλτούρα και κυρίως με δύο μικρά παιδιά, θεωρήθηκε από κάποιους παράτολμο ως και εξωπραγματικό και οι συγκρούσεις μερικές φορές ήταν αναπόφευκτες. Εμείς είχαμε πάρει την απόφασή μας και πολύ σύντομα βρεθήκαμε με τις βαλίτσες μας στο τσεκ ιν του αεροδρομίου.
Τα κορίτσια προσαρμόστηκαν αμέσως στον καινούριο τόπο. Άλλωστε, ήταν πολύ μικρές και όσο είχαν το μπαμπά και τη μαμά όλα τα άλλα ήταν μια παραμυθένια περιπέτεια για αυτές. Καινούργια παιδικά δωμάτια για να ανακαλύψουν, μεγάλα πάρκα με πάπιες και ζωάκια δίπλα στο σπίτι μας για να βολτάρουμε κάθε μέρα (ή τουλάχιστον όσο μας το επέτρεπε ο καιρός)∙ η καινούργια κατάσταση ήταν μια ατέλειωτη εκδρομή και χωρίς πολλές υποχρεώσεις αυτούς τους πρώτους μήνες, αφού ήταν μικρές ακόμα για το σχολείο.
Έτσι λοιπόν έγινα μπαμπάς πλήρους απασχόλησης. Ποτέ δεν περίμενα πως θα είναι τόσο δύσκολο, αλλά ταυτόχρονα πως θα μου χάριζε τόσες πολλές χαρές. Εκτός όμως από τη δική μου δυσκολία να προσαρμοστώ στα νέα δεδομένα, υπήρχαν και οι εξωτερικοί παράγοντες να την ενισχύουν. Η οικογενειακή αυτή κατάσταση μπορεί να ήταν συνηθισμένη σε αυτές τις χώρες, αλλά όχι στη δική μας. Έπρεπε να αντιμετωπίσω την κριτική γνωστών και φίλων, που το να μένω στο σπίτι και να ανατρέφω τα παιδιά μου ενώ η γυναίκα μου μας στήριζε οικονομικά, αποτελούσε σχεδόν σκάνδαλο και είτε έμμεσα είτε ευθέως μου το λέγανε και τις περισσότερες φορές με επικριτικό ύφος. Δεν ήταν λίγες οι φορές που επηρεασμένος έκανα ανάλογες σκέψεις, αμφισβητώντας τον εαυτό μου και ο λόγος που κατάφερα να ισορροπήσω και να συνειδητοποιήσω πόσο σημαντικό είναι το δικό μου έργο, ήταν η πλήρης συμπαράσταση της γυναίκας μου και η λατρεία που μου έδειχναν τα παιδιά μου. Με τον καιρό αυτός ο τρόπος ζωής έγινε συνήθεια και η σχέση μου με τα παιδιά μου στηρίζεται στην αγάπη και τη δημιουργία. Φυσικά, σε αυτήν την πορεία υπήρχαν πολλές δυσκολίες και προβλήματα αλλά για όλα αυτά θα σας μιλήσω την επόμενη φορά.
Μέχρι τότε μπορείτε να μας βλέπετε στο blog που έχω ξεκινήσει πρόσφατα, προσπαθώντας να αποδείξω ότι ένας άντρας μπορεί να παραμείνει cool αφού γίνει πατέρας!