facebook babyzonegr youtube channel twitter βρείτε μας στο pinterest! linkedin

Υπνική άπνοια στα παιδιά - Γιατί επιβάλλεται επαγρύπνηση

Υπνική άπνοια στα παιδιά - Γιατί επιβάλλεται επαγρύπνηση

Υπνική άπνοια στα παιδιά - Γιατί επιβάλλεται επαγρύπνηση

Μπορεί το σύνδρομο υπνικής άπνοιας να εμφανίζεται μόλις στο 3% των παιδιών ηλικίας 2-8 ετών, όμως χρειάζεται άμεση αντιμετώπιση καθώς επηρεάζει την αύξηση των καρδιοαγγειακών και ενδοκρινολογικών νοσημάτων και την ποιότητα ζωής.

Ο ύπνος στα παιδιά κυμαίνεται από 10 έως 12 ώρες, ενώ στα νεογνά μπορεί να φτάσει και τις 16 ώρες. Πρόσφατες μελέτες απέδειξαν ότι διαταραχές του ύπνου όπως ο περιορισμός (sleep restriction) και η στέρησή του (sleep deprivation) διαταράσσουν την αποκατάσταση της μνήμης και αυξάνουν τον επιπολασμό του σακχαρώδη διαβήτη και της παχυσαρκίας. Η υπνική άπνοια είναι μία άλλη συχνή διαταραχή του ύπνου που σχετίζεται με τον σακχαρώδη διαβήτη και την παχυσαρκία και χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενη απόφραξη του ανώτερου αεραγωγού, έχοντας ως συνέπεια την παύση (άπνοια) ή τη μείωση (υπόπνοια) της αναπνοής.

Γιατί, όμως, η υπνική άπνοια παρατηρείται μόνο όταν κοιμόμαστε;

Οι φυσιολογικές λειτουργίες τουανθρώπινου οργανισμού κατά τη διάρκεια του ύπνου διαφοροποιούνταισε σχέση με την εγρήγορση. Πιο συγκεκριμένα, στα παιδιά η αναπνευστική προσπάθεια (ventilatory drive)μειώνεται σε σημαντικό βαθμό κατάτον ύπνο λόγω και της αυξανόμενηςαντίστασης του ανώτερου αεραγωγού(φάρυγγας, λάρυγγας). Οι φυσιολογικές αυτές μεταβολές κατά τον ύπνο,σε συνδυασμό με ανατομικούς παράγοντες (υπερτροφία αμυγδαλών),προδιαθέτουν στην επαναλαμβανόμενη απόφραξη του ανώτερου αεραγωγού και στην ανάπτυξη της υπνικήςάπνοιας.

Ποιά παιδιά επηρεάζονται και πόσο από την υπνική άπνοια;

Το 10% των παιδιών, με την ίδια συχνότητα στα δύο φύλα, εμφανίζει ροχαλητό, όμως μόνο το 3% αναπτύσσει υπνική άπνοια. Πρέπει να υποψιαζόμαστε τη διάγνωση κυρίως στην προσχολική και σχολική ηλικία σε παιδιά από 2 έως 8 ετών. Παρ’ όλα αυτά, μια μελέτη έδειξε ότι το 13% των παιδιών που είχαν θεραπευτεί εμφάνισε εκ νέου υπνική άπνοια κατά την εφηβεία.

Η βαρύτητα της υπνικής άπνοιας στα παιδιά καθορίζεται από τον δείκτη άπνοιας-υπόπνοιας που εκφράζει τον αριθμό των απνοιών - υποπνοιών ανά ώρα ύπνου. Αν ο δείκτης είναι ανώτερος του 10, δείχνει διαταραχή σοβαρού βαθμού. Οι άπνοιες ταξινομούνται σε κεντρικού τύπου (άπνοια με απουσία αναπνευστικής προσπάθειας) και αποφρακτικού τύπου (άπνοια παρά την αναπνευστική προσπάθεια). Στα παιδιά, ανεξαρτήτως της διάρκειάς τους, οι άπνοιες είναι παθολογικές, ειδικά όταν συνδυάζονται με πτώση του κορεσμού της αιμοσφαιρίνης στο αίμα ή αν συνοδεύονται από αφυπνίσεις.

Συνεπώς, λαμβάνονται υπόψη και άπνοιες μικρότερες των 10 δευτερολέπτων.

Προδιαθεσικοί παράγοντες και συμπτώματα

Οι σημαντικότεροι προδιαθεσικοί παράγοντες για την ανάπτυξη της υπνικής άπνοιας στα παιδιά είναι η υπερτροφία των αμυγδαλών και οι αδενοειδείς εκβλαστήσεις (κρεατάκια). Εν αντιθέσει με τους ενηλίκους, μόνο το 20% των παιδιών με υπνική άπνοια είναι παχύσαρκα. Καθώς ο επιπολασμός της παχυσαρκίας στην παιδική ηλικία αναμένεται να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια, αυτό θα έχει ως συνέπεια την αύξηση της υπνικής άπνοιας, οπότε είναι πολύ σημαντικό να διαγνωστεί και να θεραπευτεί έγκαιρα.

Τα πιο συχνά συμπτώματα είναι το ροχαλητό, ο ανήσυχος ύπνος, οι εφιδρώσεις και η ημερήσια υπνηλία, η οποία εμφανίζεται μόνο στο 20% - 40% των περιπτώσεων και συνδυάζεται με κακή σχολική απόδοση και με απώλεια συγκέντρωσης. Σπανιότερα, σε ηλικίες μικρότερες των 3 ετών μπορεί να παρατηρηθεί καθυστέρηση στην ανάπτυξη σε ποσοστό 5% - 10%.

Η υπνική άπνοια στην παιδική ηλικία διακρίνεται σε τύπου Ι και τύπου ΙΙ ανάλογα με την κλινική εικόνα:

Η υπνική άπνοια τύπου Ι χαρακτηρίζεται από υπερδραστηριότητα, διαταραχή συγκέντρωσης, από υπερτροφία των αμυγδαλών και από αδενοειδείς εκβλαστήσεις.

•Αντιθέτως, τα παιδιά με υπνική άπνοια τύπου ΙΙ είναι παχύσαρκα, παρουσιάζουν υπνηλία, μπορεί να αναπτύξουν κατάθλιψη, διαταραχές του καρδιοαγγειακού συστήματος (υπερτροφία της αριστερής κοιλίας, υπέρταση) και σακχαρώδη διαβήτη.

Υπνική άπνοια και άλλα νοσήματα

Η υπνική άπνοια επηρεάζει την αύξηση των καρδιοαγγειακών και ενδοκρινολογικών νοσημάτων και τηνποιότητα ζωής.

Καρδιοαγγειακά νοσήματα: Τα παιδιά με υπνική άπνοια έχουν αυξημένη αρτηριακή πίεση και διαταραχή της λειτουργίας της δεξιάς και αριστερής κοιλίας. Το κλάσμα εξώθησης της δεξιάς κοιλίας είναι μειωμένο σε ποσοστό 37% και το 7% των περιπτώσεων αναπτύσσει πνευμονική υπέρταση.

Ενδοκρινολογικά νοσήματα: Το μεταβολικό σύνδρομο (αντίσταση στην ινσουλίνη, μειωμένη ανοχή στη γλυκόζη, υπέρταση, υπερχοληστεριναιμία) και ο σακχαρώδης διαβήτης παρατηρούνται συχνά στην υπνική άπνοια, ειδικά όταν συνυπάρχει παχυσαρκία (τύπου ΙΙ).

Ποιότητα ζωής: Οι διαταραχές συγκέντρωσης και μνήμης, η κακή σχολική απόδοση και λιγότερο συχνά η κατάθλιψη επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα ζωής.

Ευρήματα στη μελέτη ύπνου

Ο ύπνος διαιρείται σε 4 στάδια (Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, ΙV), που αποτελούν τον ύπνο NREM (non-rapid eye movement) και το στάδιο REM (rapid eye movement). Η υπνική άπνοια στα παιδιά δεν επηρεάζει την αρχιτεκτονική ούτε τα στάδια του ύπνου.

Στα παιδιά οι άπνοιες κεντρικού τύπου παρατηρούνται πιο συχνά από τις άπνοιες αποφρακτικού τύπου και συμβαίνουν συνήθως κατά τον ύπνο REM (rapid eye movement). Γι’ αυτόν τον λόγο η υπνική άπνοια στα παιδιά θεωρείται REM-related νόσημα. Επίσης, οι αφυπνίσεις παρατηρούνται σε ποσοστό κάτω του 50% των απνοιών και αυτό εξηγεί το μικρό ποσοστό υπνηλίας (20% - 40%) στα παιδιά.

Η διάγνωση και η θεραπεία

Η διάγνωση γίνεται με τη μελέτη ύπνου (πολυυπνογραφία) που είναι μια απλή καταγραφή φυσιολογικών και βιολογικών παραμέτρων, όπως η αναπνευστική προσπάθεια, ο κορεσμός της αιμοσφαιρίνης στο αίμα και το εγκεφαλογράφημα. Οι ενδείξεις για τη μελέτη ύπνου (πολυυπνογραφία) είναι οι ακόλουθες:

1. Έντονο ροχαλητό με συνοδά συμπτώματα, όπως υπνηλία, καθυστέρηση ανάπτυξης.

2. Κλινική ένδειξη σοβαρού βαθμού υπνικής άπνοιας (ειδικά στην τύπου ΙΙ), καθότι σχετίζεται με επιπλοκές του αναπνευστικού συστήματος σε ποσοστό 16% - 27% (οίδημα του ανώτερου αεραγωγού). Πιο συγκεκριμένα, ένας δείκτης πάνω από 19 άπνοιες την ώρα προδιαθέτει για μειωμένη ανταπόκριση στη χειρουργική θεραπεία.

Η χειρουργική αντιμετώπιση εξαλείφει την υπνική άπνοια τύπου Ι. Αντιθέτως, η υπνική άπνοια τύπου ΙΙ σε ποσοστό πάνω από 20 % δεν βελτιώνεται μετεγχειρητικά.

 

Γράφτηκε από: Γιάννης Παπαϊωάννου
ΠνευμονολόγοςΥπεύθυνος Τμήματος Μελέτης Διαταραχών Ύπνου Νοσοκομείου ΜΗΤΕΡΑ
Άλλες πληροφορίες
Δείτε το βιογραφικό εδώ
Άλλα άρθρα του συγγραφέα