facebook babyzonegr youtube channel twitter βρείτε μας στο pinterest! linkedin

Έλεγχος της γονιμοποίησης

Έλεγχος γονιμοποίησης και τεστ γονιμότητας.

Έλεγχος γονιμοποίησης και τεστ γονιμότητας.
Στην περίπτωση της κλασικής εξωσωματικής γονιμοποίησης, η γονιμοποίηση των ωαρίων γίνεται ως εξής: τα ωάρια τοποθετούνται μαζί με συγκεκριμένο αριθμό ενεργοποιημένων σπερματοζωαρίων του συζύγου/συντρόφου σε τρυβλία με ειδικό καλλιεργητικό υλικό και επωάζονται σε αυστηρά ελεγχόμενες συνθήκες καλλιέργειας.

Ο έλεγχος της γονιμοποίησης πραγματοποιείται το επόμενο πρωί μετά την ωοληψία, 16-20 ώρες μετά την επώαση των ωαρίων με τα σπερματοζωάρια. Όποια ωάρια δεν έχουν γονιμοποιηθεί ή έχουν γονιμοποιηθεί ανώμαλα απομακρύνονται. Τα φυσιολογικά γονιμοποιημένα ωάρια τοποθετούνται και πάλι σε συνθήκες καλλιέργειας και αφήνονται να διαιρεθούν. Το ζευγάρι ενημερώνεται τηλεφωνικά για τον ακριβή αριθμό των γονιμοποιημένων ωαρίων (ζυγωτών).

Αξιολόγηση και επιλογή εμβρύων

Κατά την παραμονή των εμβρύων στο εργαστήριο, ελέγχεται η ανάπτυξη τους και η μορφολογία τους, ώστε κατά την εμβρυομεταφορά (2-3 ημέρες μετά την ωοληψία) να επιλέξουμε τα καλύτερα έμβρυα.

Οι πιθανότητες επίτευξης εγκυμοσύνης είναι άμεσα συνδεδεμένες με την ποιότητα των εμβρύων, που θα μεταφερθούν στη μήτρα. Τα κριτήρια που χρησιμοποιούμε για να κατατάξουμε τα έμβρυα είναι κυρίως δύο, ο ρυθμός ανάπτυξής τους και η μορφολογία τους.
Ο ρυθμός ανάπτυξης των εμβρύων σχετίζεται με τον αριθμό των βλαστομεριδίων-κυττάρων των εμβρύων. Έτσι, 42-44 ώρες μετά τη γονιμοποίηση, δηλαδή την 2η ημέρα μετά την ωοληψία, τα έμβρυα θα πρέπει να εμφανίζουν 2-4 βλαστομερίδια, ενώ 69-72 ώρες μετά τη γονιμοποίηση, δηλαδή την 3η ημέρα μετά τη γονιμοποίηση, ο αριθμός των βλαστομεριδίων θα πρέπει να είναι 6-8.

Η μορφολογία των εμβρύων χαρακτηρίζεται από την παρουσία ή όχι κυτταροπλασματικών θραυσμάτων καθώς και από το σχήμα των βλαστομεριδίων. Έμβρυα χωρίς κυτταροπλασματικά θραύσματα και με σφαιρικά, ισομεγέθη βλαστομερίδια έχουν στατιστικά μεγαλύτερες πιθανότητες εμφύτευσης από εκείνα που εμφανίζουν μεγάλο ποσοστό κυτταροπλασματικών θραυσμάτων και ανισομεγέθη βλαστομερίδια.

Αριθμός εμβρύων που μεταφέρονται

Ο αριθμός των εμβρύων που επιλέγουμε για εμβρυομεταφορά είναι πάρα πολύ σημαντικός, γιατί καθορίζει την πιθανότητα επίτευξης πολύδυμης κύησης. Σύμφωνα λοιπόν με το νομικό πλαίσιο που ισχύει στη χώρα μας, σε γυναίκες ηλικίας έως και 40 ετών μεταφέρονται έως τρία έμβρυα, ενώ σε γυναίκες άνω των 40 ετών μπορούν να μεταφερθούν έως τέσσερα έμβρυα.

Μικρογονιμοποίηση ή ενδοκυτταροπλασματική έγχυση σπερματοζωαρίου (ICSI). Μικρογονιμοποίηση είναι η εισαγωγή ενός μόνο σπερματοζωαρίου μέσα στο κυτταρόπλασμα ενός ωαρίου. Εφαρμόζεται σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν σοβαρά προβλήματα στην ποιότητα του σπέρματος (μειωμένος αριθμός, χαμηλή κινητικότητα ή κακή μορφολογία) ή σε περιπτώσεις όπου υπάρχει προηγούμενη αποτυχία γονιμοποίησης με την κλασική εξωσωματική γονιμοποίηση.

Τα στάδια που ακολουθούνται είναι τα εξής: διέγερση ωοθηκών, ωοληψία, λήψη και επεξεργασία σπέρματος, όπως περιγράφηκαν προηγουμένως. Στη συνέχεια απομακρύνονται τα κύτταρα που περιβάλλουν τα ωάρια και ακολουθεί η μικρογονιμοποίηση (ICSI). Κατά την μικρογονιμοποίηση, ο εμβρυολόγος, με πολύ λεπτούς χειρισμούς, εισάγει ένα σπερματοζωάριο σε κάθε ωάριο, με τη βοήθεια μικροσκοπίου υψηλής ευκρίνειας και συστήματος μικροπιπεττών. Τα ωάρια αφήνονται σε καλλιέργεια και ο έλεγχος της γονιμοποίησης πραγματοποιείται 16-20 ώρες μετά την ενδοκυτταροπλασματική έγχυση του σπερματοζωαρίου. Η αξιολόγηση, η επιλογή των εμβρύων και η εμβρυομεταφορά πραγματοποιούνται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο όπως και στην κλασική εξωσωματική γονιμοποίηση.

Η μέθοδος αυτή για πρώτη φορά εφαρμόστηκε το 1992 και το επόμενο έτος γεννήθηκε το πρώτο παιδί στη Μεγάλη Βρετανία. Μέχρι σήμερα έχουν γεννηθεί χιλιάδες παιδιά με αυτή τη διαδικασία. Παγκόσμιες επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι η μικρογονιμοποίηση δεν δημιουργεί κινδύνους για την υγεία των παιδιών που γεννιούνται με αυτήν την τεχνική, αφού το ποσοστό των χρωμοσωμιακών ανωμαλιών είναι το ίδιο με αυτό που εμφανίζεται και μετά από μία φυσιολογική σύλληψη.

Εμβρυομεταφορά

Είναι η διαδικασία της μεταφοράς και εναποθέσεως των εμβρύων στην κοιλότητα της μήτρας. Πραγματοποιείται 2-3 ημέρες μετά την ωοληψία, ενώ στην περίπτωση καλλιέργειας των εμβρύων μέχρι το στάδιο των βλαστοκύστεων γίνεται 5-6 ημέρες μετά την ωοληψία.
Την ημέρα της εμβρυομεταφοράς το ζευγάρι πρέπει να έρθει στη μονάδα και η γυναίκα πρέπει να έχει πιει αρκετό νερό, έτσι ώστε να είναι ορατή η ουροδόχος κύ-στη με διακοιλιακό υπερηχογράφημα. Ο εμβρυολόγος, αφού επιλέξει τα έμβρυα που θα μεταφερθούν, τα αναρροφά σε έναν ειδικό καθετήρα. Ο γυναικολόγος με την βοήθεια-καθοδήγηση κοιλιακού υπερήχου, εισάγει τον καθετήρα στην κοιλότητα της μήτρας, όπου και αφήνει τα έμβρυα με εξαιρετικά ήπιες κινήσεις. Η εμβρυομεταφορά είναι μία ανώδυνη διαδικασία, η οποία διαρκεί συνήθως 15 λεπτά. Η γυναίκα παραμένει ξαπλωμένη στην μονάδα για περίπου 1 ώρα. Σε περίπτωση που μένει στην επαρχία δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα να ταξιδέψει. Τις επόμενες 3-4 ημέρες μετά την εμβρυομεταφορά, καλό είναι να είναι περιορισμένη η δραστηριότητα της στο σπίτι, χωρίς όμως να είναι αναγκαίο να είναι συνεχώς ξαπλωμένη. Δώδεκα (12) ημέρες μετά την εμβρυομεταφορά, μετράται μία ορμόνη στο αίμα της γυναίκας, η β-χοριακή γοναδοτροπίνη, για να διαπστωθεί αν έχει επιτευχθεί ή όχι εγκυμοσύνη.

Δείτε όλο το άρθρο εδώ

 

Γεώργιος Αρ. Νικολόπουλος
Μαιευτήρας - Γυναικολόγος
gnikolopoulos@hotmail.com